Ο πρόσφατος βασανισμός και η δολοφονία του 37χρονου Μοχάμεντ Καμράν Ασίκ από το Πακιστάν στο ΑΤ Αγίου Παντελεήμονα, καθώς και η αυτοκτονία του 29χρονου Μία Χαριζούλ από το Μπαγκλαντές που ακολούθησε λίγες μέρες αργότερα στο ΑΤ Ομόνοιας, ήταν δύο περιστατικά ιδιαίτερα θλιβερά που μάλιστα εδώ και χρόνια επαναλαμβάνονται με τακτικό ρυθμό.
Από τη μία, έχουμε τον μεταναστευτικό πληθυσμό να βρίσκεται είτε αποκομμένος σε χωριά και χωράφια της επαρχίας είτε εγκλωβισμένος στο κέντρο των μεγάλων πόλεων και ειδικά της Αθήνας, να ζει μια καθημερινότητα αβεβαιότητας, φτώχειας και απελπισίας. Ακόμη κι αν υπάρχουν παραδείγματα μεταναστών που καταφέρνουν σταδιακά να ενταχθούν στην κοινωνία και να αποκτήσουν μια πιο σταθερή δουλειά, την ίδια στιγμή, δίπλα τους και δίπλα μας, περιφέρονται χιλιάδες άνθρωποι στην ουσία χωρίς όνομα, με ελάχιστη ή καθόλου επαφή με τον ντόπιο πληθυσμό, πεταμένοι στα αζήτητα μιας κοινωνίας που δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ ουσιαστικά για την ύπαρξή τους και τώρα απλώς παρακολουθεί τους θανάτους τους να ανακοινώνονται στα δελτία ειδήσεων.
Παράλληλα, δεν πρέπει να το ξεχνάμε όσο εξοργιστικό και αν είναι: η Ελληνική Αστυνομία έχει στους κόλπους της τέρατα, άτομα που κυριολεκτικά διασκεδάζουν βασανίζοντας εξαθλιωμένους ανθρώπους. Είναι πραγματικότητα, όσο ωμό και αν ακούγεται, και έχει αποδειχθεί επανειλημμένα. Αναρωτιόμαστε αλήθεια, σε τι επίπεδο πνευματικής και ηθικής παρακμής πρέπει να βρίσκεται κανείς, για να δέρνει κόσμο “για διασκέδαση”… Ο ρόλος της αστυνομίας είναι γνωστός εδώ και πάρα πολλά χρόνια σχεδόν σε όλη την κοινωνία, μιλάμε για το επάγγελμα που οι περισσότεροι ντρέπονται να πουν δημόσια ότι το ασκούν, μιλάμε για αυτούς που καθήκον τους είναι να υπερασπίζονται με βία την αδικία. Όπως είχαμε γράψει και σε ένα παλιότερο κείμενό μας, «η δικαιοσύνη θα ανατείλει μέσα απ’ τα συντρίμμια του τελευταίο ΑΤ».
Έτσι, από την μία, η περιθωριοποίηση των μεταναστών από το κοινωνικό σύνολο και, από την άλλη, ο εγκληματικός χαρακτήρας της αστυνομίας, οδηγούν αναπόφευκτα σε τραγικά συμβάντα όπως τα δύο πρόσφατα. Η λίστα δυστυχώς κρατάει από πολύ παλιά και είναι μακρά…
Για εμάς ωστόσο, οι μετανάστες και οι μετανάστριες είναι οι συνάδελφοί μας στην δουλειά, οι γειτόνισσες μας στην πολυκατοικία, οι διπλανές μας στο λεωφορείο. Έχουμε συνηθίσει να συνυπάρχουμε μαζί τους κοιτώντας τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά και τις πράξεις του, όχι την εθνικότητα. Κι ακόμη κι αν έχουμε μεγαλώσει σε αρκετά διαφορετικούς πολιτισμούς, οφείλουμε να προσπαθήσουμε, στον βαθμό που είναι εφικτό, να ανασυνθέσουμε έναν δικό μας κοινό κώδικα επικοινωνίας στην προοπτική της υγιούς συνύπαρξης, του σεβασμού και της ελευθερίας.
Πάντοτε πλάι σε κάθε αδικημένο, δεν ξεχνάμε ποτέ τα πιο υποτιμημένα και εξαθλιωμένα κομμάτια της κοινωνίας. Ώσπου κάποια στιγμή θα μπορούμε να απολαμβάνουμε όλοι και όλες τον ίδιο ουρανό.